Οι καρδιακές ασθένειες αποτελούν το πρώτο αίτιο θανάτου στον Δυτικό κόσμο, μετρώνοντας περισσότερους από 17,3 εκατομμύρια θανάτους ετησίως! Η πρόσληψη τους, ακόμα και σε ένα μικρό ποσοστό, είναι ικανό να μειώσει σημαντικά τον αριθμό των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν καρδιαγγειακά προβλήματα και φυσικά το κόστος για την αντιμετώπιση τους.
Στον αντίποδα, παρατηρούμε ορισμένες μελέτες να έρχονται στην δημοσιότητα και να ισχυρίζονται ότι η κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε κορεσμένα λιπαρά οξέα, δεν επηρεάζουν την συχνότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών ασθενειών. Το κορεσμένα λιπαρά περιέχονται στα ζωικά κυρίως τρόφιμα, όπως το κόκκινο κρέας, το δέρμα των πουλερικών, τα γαλακτοκομικά αλλά και σε ορισμένα φυτικά έλαια. Για περισσότερο από δύο δεκαετίες γίνεται μία συστηματική προσπάθεια ενημέρωσης των καταναλωτών παγκοσμίως σχετικά με την δράση των κορεσμένων λιπαρών οξέων αλλά και προσπάθεια για την μείωση τους στο καθημερινό διαιτολόγιο των ανθρώπων. Στόχος ήταν η μείωση των επιπέδων της LDL, η οποία αποδεδειγμένα αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης τέτοιων ασθενειών.
Η δημοσιοποίηση τέτοιων μελετών, που απενοχοποιούν τα ζωικά λιπαρά και καταρρίπτουν τις επίσημες θέσεις, είναι λογικό να αποτελούν ένα «πονηρό» εργαλείο στα χέρια των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Μπορούν να αποτελέσουν ένα σύγχρονο δούρειο ίππο που θα δημιουργήσει ρήγμα στα τοίχη που προστατεύουν την καρδιά μας. Τους προσφέρουν όμως εύκολα τίτλους που θα προσελκύσουν τον αναγνώστη ή τον τηλεθεατή, προσφέροντας καλύτερα νούμερα πωλήσεων ή παρακολούθησης.
Δεν φαίνεται όμως να έχουν την ευαισθησία ή ίσως και την ικανότητα να διερευνήσουν το θέμα με μεγαλύτερη προσοχή, με αποτέλεσμα να γίνονται ορισμένες φορές επικίνδυνα για την δημόσια υγεία. Χρησιμοποιούν λοιπόν πυχηαίους τίτλους για τις μελέτες που αφορούν τα κορεσμένα λιπαρά οξέα και οδηγούν τους καταναλωτές στην επιλογή πλήρων γαλακτοκομικών και τυριών, βουτύρου, και λιπαρών κρεάτων.
Το γεγονός αυτό οδήγησε την Αμερικάνικη Καρδιολογική Ένωση να πάρει επίσημη θέση, χρησιμοποιώντας ως βήμα τελευταίες μελέτες και απόψεις από την Σχολή Δημόσιας Υγείας του Harvard University. Αρχικά, στην επίσημη έκθεση1, γίνεται προσπάθεια αιτιολόγησης των αποτελεσμάτων μετα-αναλύσεων που οδήγησαν αρχικά στην σε αυτήν την παρεξήγηση και πιο συγκεκριμένα αναφέρουν ότι δυστυχώς, σε ορισμένες μελέτες γίνεται συσχέτιση της πρόσληψης κορεσμένων λιπαρών οξέων με την συχνότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών νόσων χωρίς όμως να εξετάζουν με ποια θρεπτικά συστατικά έχουν αντικατασταθεί τα λιπαρά αυτά, όταν είναι μειωμένα.
Σε γενικές γραμμές, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι θα έπρεπε να ληφθούν περισσότερες παράμετροι υπόψη, που θα οδηγούσαν σε διαφορετικό αποτέλεσμα.
Σε πολύ πρόσφατες μελέτες, βλέπουν ξεκάθαρα ότι η αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών σε ακόρεστα και κυρίως με πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (όπως το λάδι ξηρών καρπών –π.χ. σησαμέλαιο, ή μαργαρίνες) ή ακόμα και με σύνθετους υδατάνθρακες από τρόφιμα όπως το ολικής άλεσης ψωμί και δημητριακά, το καστανό ρύζι κ.α. μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακών ασθενειών και σακχαρώδους διαβήτη.
Στην ερώτηση για το πως μπορεί ο καταναλωτής να προφυλαχθεί από τέτοιου είδους πληροφορίες, η επιτροπή της Αμερικάνικης Καρδιολογικής Ένωσης ανέφεραν ότι είναι πολύ δύσκολο για ανθρώπους με περιορισμένες γνώσεις να αξιολογήσουν μελέτες και να εντοπίσουν πιθανά κενά τους. Πρέπει όμως να ακολουθούν τις εθνικές και διεθνείς οδηγίες και κατευθυντήριες γραμμές για την πρόληψη και αποφυγή τέτοιων ανεπιθύμητων καταστάσεων. Για την έκδοση των οδηγιών αυτών, λαμβάνονται υπόψη περισσότερες από 100 μελέτες και αρκετές συστηματικές μετα-αναλύσεις. Έτσι μπορούν οι καταναλωτές να είναι σίγουροι για τις αποφάσεις και τις επιλογές τους.
Γιάννης Χρύσου
Κλινικός Διαιτολόγος-Διατροφολόγος
Image by piviso from Pixabay